Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση μπλοκάρει την πρόταση προϋπολογισμού της ΕΕ: ​​Τι γίνεται τώρα για τη Γερμανία;

Transparenz: Redaktionell erstellt und geprüft.
Veröffentlicht am

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απορρίπτει την πρόταση προϋπολογισμού της ΕΕ και ζητά προσαρμογή στις γεωπολιτικές προκλήσεις έως το 2029.

Die Bundesregierung lehnt den EU-Haushaltsvorschlag ab und fordert eine Anpassung an geopolitische Herausforderungen bis 2029.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απορρίπτει την πρόταση προϋπολογισμού της ΕΕ και ζητά προσαρμογή στις γεωπολιτικές προκλήσεις έως το 2029.

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση μπλοκάρει την πρόταση προϋπολογισμού της ΕΕ: ​​Τι γίνεται τώρα για τη Γερμανία;

Το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης κρέμεται επί του παρόντος, επειδή η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απέρριψε δριμύτατα τη νέα πρόταση προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφαν Κορνέλιους εξηγεί ότι η ΕΕ αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις και ότι συμβαίνουν πολλά περισσότερα από το απλό ταχυδακτυλουργικό των αριθμών. Τα ζητήματα που πρέπει να κατανοηθούν είναι πολλά: από την ανταγωνιστικότητα στην αμυντική ικανότητα έως την ικανότητα της ΕΕ να ενεργεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Ενώ το επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) προορίζεται να δώσει μια απάντηση σε αυτά τα πολύπλοκα ζητήματα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι σκεπτική σχετικά με το σχέδιο που παρουσίασε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

«Δεν μπορεί να επιτευχθεί συνολική αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ», δήλωσε ο Kornelius. Δεδομένης της τεταμένης δημοσιονομικής κατάστασης στα κράτη μέλη, μια πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση δεν είναι αποδεκτή. Ιδιαίτερα αμφιλεγόμενοι είναι οι νέοι φόροι της ΕΕ που προτείνει η Κομισιόν, οι οποίοι προορίζονται να επηρεάσουν κατά κύριο λόγο εταιρείες με τζίρο άνω των 100 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, παρά την κριτική αυτή στάση, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υποστηρίζει τη θεμελιώδη μεταρρυθμιστική πορεία της Επιτροπής, καθώς η αναπροσαρμογή του προϋπολογισμού σε ζητήματα προσανατολισμένα στο μέλλον κρίνεται απαραίτητη για την ενίσχυση της ΕΕ μακροπρόθεσμα.

Αναλυτικά ο νέος προϋπολογισμός

Το προγραμματισμένο δημοσιονομικό πλαίσιο για τα έτη 2028 έως 2034 προβλέπει δαπάνες 2 τρισεκατομμυρίων ευρώ, αύξηση 800 δισ. ευρώ σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο. Σύμφωνα με πληροφορίες από Süddeutsche.de Το μερίδιο του προϋπολογισμού πρόκειται να αυξηθεί στο 1,2% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος (ΑΕΕ) στην Ευρώπη. Αυτή η επέκταση του προϋπολογισμού θα χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση γεωπολιτικών προκλήσεων, όπως οι συγκρούσεις με τη Ρωσία και την Κίνα και το απρόβλεπτο των ΗΠΑ.

Ένα μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού έχει ήδη δεσμευτεί, πράγμα που σημαίνει ότι το 90% του προϋπολογισμού είναι δεσμευμένο σε υφιστάμενα προγράμματα. Τα μεγαλύτερα κονδύλια του προϋπολογισμού αφορούν τη γεωργία και την περιφερειακή χρηματοδότηση, τα οποία μαζί αποτελούν σχεδόν το 70% του προϋπολογισμού. Μια πρόταση για συνδυασμό αυτών των δοχείων για μεγαλύτερη ευελιξία συναντά αντίσταση, κυρίως από τον Γερμανό Υπουργό Γεωργίας Alois Rainer. Τονίζει τη συνάφεια της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής για τον εφοδιασμό τροφίμων και προειδοποιεί για μειονεκτήματα για τη γεωργία.

Ερωτήματα χρηματοδότησης και αντίσταση από τη Γερμανία

Ένα κρίσιμο ερώτημα παραμένει πώς θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί ο νέος προϋπολογισμός. Η ΕΕ σχεδιάζει να αποπληρώσει 800 δισεκατομμύρια ευρώ από το ταμείο ανασυγκρότησης του κορωνοϊού. Από το 2028, η ετήσια επιβάρυνση θα είναι μεταξύ 20 και 30 δισ. ευρώ. Θα υπάρξει επίσης συζήτηση για νέες πηγές εσόδων σε επίπεδο ΕΕ, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν επαρκώς οι προκλήσεις. Tagesschau.de αναφέρει ότι εκτός από τις υψηλότερες συνδρομές των μελών, είναι επίσης υπό συζήτηση μια εισφορά στα μη ανακυκλωμένα ηλεκτρονικά απόβλητα και στους φόρους καπνού.

Οι διαπραγματεύσεις για το προσχέδιο προϋπολογισμού αναμένεται να διαρκέσουν δύο χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι θα ρέει πολύ νερό στον Ρήνο πριν επιτευχθεί συμφωνία. Η ενότητα εντός των τάξεων των κρατών μελών είναι απαραίτητη, καθώς απαιτείται ομόφωνη συναίνεση και απόλυτη πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Όμως η Γερμανία ειδικότερα, ως ο μεγαλύτερος δωρητής της ΕΕ, αντιστέκεται σε μια συνολική αύξηση του προϋπολογισμού και ζητά την εξυγίανση των εθνικών προϋπολογισμών, γεγονός που τροφοδοτεί περαιτέρω τη διάθεση στην Ευρώπη.

Επομένως, το ερώτημα παραμένει εάν η ΕΕ μπορεί και θέλει να προβεί στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις προκειμένου να παραμείνει ισχυρή και ανταγωνιστική. Είναι σαφές ότι πολλές συζητήσεις και εντατικές διαπραγματεύσεις θα χρειαστούν στο εγγύς μέλλον προκειμένου να βρεθεί ο σωστός δρόμος για το μέλλον της ΕΕ.